Κυριακή 12 Μαΐου 2013



Συνθήματα κατά του ρατσισμού

Τα  παρακάτω συνθήματα συγκέντρωσαν τη μεγαλύτερη βαθμολογία    μετά από ψηφοφορία.
Κάθε τμήμα ψήφισε τα συνθήματα ενός άλλου τμήματος.

Ο κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός.       
                                           Ρωξάνθη  Στουραΐτη - Μαρία Σκορδά Α6


Άσπρος, Μαύρος, Κίτρινος δεν έχει σημασία
όλοι είμαστε άνθρωποι κι έχουμε αξία
                                              Έλενα Καραμανλή – Ξένια Δέσπου Α1

Όλα τα χρώματα μαζί φτιάχνουν ουράνιο τόξο
Έτσι κι όλοι οι άνθρωποι   έναν ωραίο κόσμο
                                                Σωτηρία Τσούμα  –  Μαρία-Λυδία  Χουζούρη Α6



                                                                                                 Ζαφειρία Πλαταρά
καθηγήτρια   Γαλλικής Γλώσσας
στο 1ο Γυμνάσιο Μαρκοπούλου

Συμμετοχή στο Διαγωνισμό  Γαλλοφωνίας 2013

Ένας από τους πρωταρχικούς στόχους  της Γαλλοφωνίας   αποτελεί η διατήρηση και ο σεβασμός της πολιτισμικής διαφορετικότητας. Ο φετινός διαγωνισμός εστίασε στην ποικιλομορφία των μύθων και των παραμυθιών   τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή.   Συγκεκριμένα, το θέμα του διαγωνισμού  ήταν  η ομαδική  δημιουργία μιας σύγχρονης ιστορίας,   βασισμένης σε ένα έργο της   παγκόσμιας  ή εθνικής μυθοπλασίας. Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η χρήση κατά την αφήγηση τουλάχιστον τριών  από τις   δέκα προτεινόμενες  λέξεις της Γαλλοφωνίας,.
Με  τη σύμφωνη γνώμη των μαθητών του Α2, αποφασίστηκε η συμμετοχή στο διαγωνισμό  και   η συγγραφή μιας  μοντέρνας εκδοχής του αρχαίου μύθου ''Θησέας και Μινώταυρος'' με τίτλο:  "Les oeufs de l' Eurotogre et le vin de la solidarité"(''Τα αυγά του Ευρώταυρου και το κρασί της αλληλεγγύης'') .  Η επιλογή της δημιουργικής  προσαρμογής  της γνωστής ιστορίας  με την προσθήκη σύγχρονων στοιχείων  ήρθε  να εκφράσει την ανάγκη για συναισθηματική    αποφόρτιση  σε μια ιστορική στιγμή   όπου   κυρίαρχα  οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά δεδομένα προδιαγράφουν,  ιδιαίτερα για τους νέους, ένα αδιέξοδο μέλλον.  Το παραμύθι έχει τη λύση του. Κι εδώ βρίσκεται η μαγεία, η δύναμή του. 
Οι μαθητές εργάστηκαν χωρισμένοι σε  ομάδες.   Ανάλογα με το επίπεδο γλωσσομάθειας και τις ιδιαίτερες δεξιότητες του κάθε μαθητή, επιμερίστηκαν οι εργασίες.   Συνεργάστηκαν αρμονικά και υλοποίησαν την εργασία με ζήλο, ενθουσιασμό στην πλειοψηφία.  Το τελικό προϊόν ικανοποίησε το σύνολο και ιδιαίτερα την εκπαιδευτικό για την κινητοποίηση και το ενδιαφέρον των μαθητών.
Το παραμύθι στην πορεία βρήκε θερμούς υποστηρικτές -τους μαθητές του Καλλιτεχνικού Γυμνασίου Γέρακα,   μεταφράστηκε  στα Αγγλικά ("The Eurodragons' eggs and the wine of solidarity"), δραματοποιήθηκε, βιντεοσκοπήθηκε και πέταξε για την Αγία-Πετρούπολη για να συμμετάσχει  στο Διεθνές Φεστιβάλ Αγγλικού παραμυθιού.  

Σχόλια των μαθητών
ñ    Μου άρεσε που μάθαμε πολλά και συνεργαστήκαμε όλοι μαζί για να πετύχουμε ένα στόχο.
ñ    Αυτή η ομαδική εργασία μου άρεσε πολύ γιατί δεθήκαμε πολύ οι μαθητές μεταξύ μας, βελτιώσαμε την προφορά μας. Περάσαμε αρκετές ώρες για να το δημιουργήσουμε αλλά το αποτέλεσμα ήταν πανέμορφο!
ñ    Από την εργασία μας, μου άρεσε που εγώ και οι φίλες μου κάναμε τη μετάφραση ενώ εγώ προσωπικά έμαθα καινούργιες λέξεις. Το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό. Ελπίζω και στο μέλλον να κάνουμε παρόμοιες εργασίες. Η συνεργασία ήταν πολύ καλή μεταξύ μας. Ήταν μια ωραία εμπειρία.
ñ    Μου άρεσε πολύ γιατί μπορέσαμε να συνεργαστούμε και να πούμε τις ιδέες μας! Έτσι στο τέλος βγήκε πολύ καλό το αποτέλεσμα !
ñ    Από όλη αυτή την εργασία μου άρεσε πολύ που συνεργαστήκαμε σε ομάδες, ζωγραφίσαμε για το παραμύθι και πιστεύω πως βγήκε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα.
ñ    Από αυτή την εργασία είμαι πολύ ευχαριστημένη. Τα περισσότερα παιδιά της τάξης συνεργαστήκαμε χωρίς ιδιαίτερες εντάσεις. Έμαθα αρκετές καινούργιες λέξεις, είχα την ευκαιρία να εξασκηθώ στην προφορά μου σε δύσκολες λέξεις. Πέρασα πολύ ωραία και φυσικά όπως ήταν λογικό το αποτέλεσμα ήταν φανταστικό- αυτό που μας άξιζε.
ñ    Εδώ και καιρό κάνουμε μία εργασία που τελικά βγήκε πολύ καλή. Το αποτέλεσμα ήταν τέλειο και φυσικά η συνεργασία με τους συμμαθητές ήταν μια πολύ καλή εμπειρία  και θα ήθελα να το ξανακάνω.
ñ    Από τις αμέτρητες ώρες που περάσαμε ζωγραφίζοντας, γράφοντας  σκεπτόμενοι μου έμεινε ότι συνεργάστηκα, έμαθα και έβγαλα ένα πολύ ωραίο αποτέλεσμα και χαίρομαι που επιλέχτηκε το τμήμα μας για να πάρει μέρος σε αυτό το διαγωνισμό. Είναι μια μοναδική εμπειρία που θα μας μείνει αξέχαστη.
ñ    Εμένα μου άρεσε που συνεργαστήκαμε γιατί ήμασταν μια ομάδα όλοι μαζί και βοηθούσε ο ένας τον άλλον αν είχε δυσκολία σε κάτι. Ήταν πολύ ωραίο που δουλεύαμε όλοι μαζί.
ñ    Έμαθα πολλά πράγματα από αυτή τη συνεργασία.
ñ    Μου άρεσε που συνεργαστήκαμε σε ομάδες, έμαθα πολλά πράγματα και πιο πολλά Γαλλικά. Ακόμα μου άρεσε που ζωγραφίσαμε. Επίσης μου άρεσε πολύ που ονομάσαμε τον ταύρο Ευρώταυρο.
ñ      Εγώ είχα την ευκαιρία να δουλέψω σε δύο ομάδες. Και στις δύο τα παιδιά ήταν πολύ συνεργάσιμα και δουλέψαμε με αρμονία και συντονισμό. Το έργο αυτό θα είναι μία από τις καλύτερες αναμνήσεις μου.


 Συνεργάστηκαν οι εκπαιδευτικοί:
Στυλιανή Δέδε ΠΕ06 (1ο Γυμνάσιο Μαρκοπούλου)
Τριανταφυλλιά Φυντανίδου ΠΕ11 (Καλλιτεχνικό Γυμνάσιο Γέρακα)
Χρήστος Καρακάσης Σκηνοθέτης (Καλλιτεχνικό Γυμνάσιο Γέρακα)

 Παράλληλα με το διαγωνισμό και στα πλαίσια της επεξεργασίας του παραμυθιού (conte étiologique et conte merveilleux), οι μαθητές επινόησαν σύντομες ιστορίες   καθώς και δύο παραλλαγές του Ευρώταυρου στα Ελληνικά.



Γιατί οι πιγκουίνοι οι αυτοκρατορικοί είναι τόσο χοντροί;

Κάποτε οι πιγκουίνοι ήταν λεπτοί,  έτρωγαν έντομα και πετούσαν.
Μια μέρα όμως ένα μωρό πιγκουινάκι, που δεν ήξερε ακόμη να πετάξει, γλίστρησε στον πάγο,  έπεσε στο νερό και κατάπιε  άθελά του ένα ψάρι. Το βρήκε πολύ πιο νόστιμο από τα άγευστα έντομα που του έδινε η μαμά του και από τότε  έπεφτε συνέχεια στο νερό για να βρίσκει ψάρια.  Οι  άλλοι πιγκουίνοι, από περιέργεια,  δοκίμασαν κι αυτοί το νέο έδεσμα. Έφαγαν δε τόσο πολύ που φούσκωσαν και δεν μπορούσαν πια να πετάξουν.
Από τότε  οι πιγκουίνοι είναι  χοντροί και κολυμπάνε αντί να πετάνε.

Μαρία-Δήμητρα Κάσα
Ελπίδα Κατσογιάννη
Μάνος  Λορέντζος
Δημήτρης Κωνσταντινίδης

Γιατί η πολική αρκούδα δε φοράει βερμούδα;
Κάποτε η πολική αρκούδα φορούσε   βερμούδα.
Κάποια μέρα πήγε για μπάνιο στην παραλία. Ξαφνικά φάνηκε ένας καρχαρίας κι άρχισε να την κυνηγάει. Η βερμούδα όμως την εμπόδιζε να κολυμπήσει γρήγορα για να ξεφύγει. Έτσι αναγκάστηκε να τη βγάλει     και να τη χάσει.
Από τότε η πολική αρκούδα δε φοράει βερμούδα.

Κοραλία Μαλανδράκη
Έλενα Μανώλη




                  Γιατί η πολική αρκούδα δε φοράει μάλλινη μπλούζα;
Κάποτε οι πολικές αρκούδες είχαν άσχημο τρίχωμα και φορούσαν μάλλινες μπλούζες για να το κρύψουν. 
Μια μέρα, ένα μικρό αρκουδάκι, που φορούσε πάντα ένα γαλάζιο μακρύ πουλόβερ γιατί του πήγαινε πολύ το χρώμα κι έκρυβε τις άσχημες τριχούλες του, πήγε στο διπλανό χωριό σε ένα πάρτι γενεθλίων. Εκεί, έκπληκτο,   διαπίστωσε πως τα άλλα αρκουδάκια δε φορούσαν μπλούζες και είχαν πολύ όμορφο και απαλό τρίχωμα.  Ρώτησε για να μάθει το μυστικό τους. Εκείνα του απάντησαν :''Πλενόμαστε με ένα ειδικό  τριχοσαμπουάν''. Την άλλη μέρα, πήγε στο πετ σοπ, αγόρασε το ίδιο σαμπουάν, το δοκίμασε και μαζί με αυτό και όλες οι αρκούδες του χωριού του. Το νέο εξαπλώθηκε παντού και όταν γιόρτασε τα δικά του γενέθλια,   όλη η αρκουδοπαρέα       καμάρωνε για το όμορφο άσπρο φυσικό τρίχωμά της.
Από τότε έγινε μόδα στον Βόρειο Πόλο και καμιά μα καμιά άσπρη αρκούδα δεν φοράει ποτέ και για κανένα λόγο μάλλινη μπλούζα.

Μαρία-Δήμητρα Κάσα
Ελπίδα Κατσογιάννη

Γιατί οι πολικές αρκούδες δε φοράνε μάλλινες μπλούζες;
Κάποτε οι πολικές αρκούδες φορούσανε μάλλινες μπλούζες.
Μια μέρα όμως, μια μεγάλη οικογένεια πολικών αρκούδων αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι της όταν μια χιονοστιβάδα έπεσε πάνω του και το κατέστρεψε.  Έτσι λοιπόν, οι άστεγες αρκούδες ξεκίνησαν να βρουν ένα ασφαλές μέρος για να μείνουν. Ταξίδεψαν για πολύ καιρό και κάτω από δύσκολες καιρικές συνθήκες. Άλλοτε κολυμπούσαν μέσα στον παγωμένο ωκεανό, άλλοτε περπατούσαν στον   κινούμενο πάγο. Οι μάλλινες μπλούζες σιγά σιγά άρχισαν να χαλάνε, να χάνουν το χρώμα τους    και να  σκίζονται.  Όταν τελικά βρέθηκε  ένα κατάλληλο μέρος για να μείνουν οριστικά, αναγκάστηκαν να βγάλουν τα κατεστραμμένα πουλόβερ  καθώς δεν φαίνονταν ωραία πάνω τους. Τότε συνειδητοποίησαν ότι ήταν καλύτερα χωρίς αυτά. Το υπέροχο άσπρο τους τρίχωμα  έλαμπε μέσα στο χιονισμένο τοπίο.
Έτσι από τότε  οι πολικές αρκούδες δεν φοράνε μάλλινες μπλούζες.

Μαργαρίτα Μαρούτσου


Γιατί το καναρίνι τρώει κόκκους από ρύζι;
Κάποτε ήταν ένα μικρό    κίτρινο καναρίνι που κάθε μέρα έτρωγε   σπόρους.  Στην αρχή του φαινόταν νόστιμοι, αλλά μετά από λίγο καιρό συνήθισε και βαρέθηκε την ίδια γεύση. Διαμαρτυρήθηκε στο αφεντικό του, έπαψε να κελαηδάει, έκανε αποχή από το φαγητό  αλλά τίποτα. Πάλι οι ίδιοι άγευστοι σπόροι.
Μια μέρα, το αφεντικό  του ξέχασε την πόρτα του κλουβιού   ανοιχτή και το μικρό καναρίνι βρέθηκε στον έξω κόσμο.
Για καλή του τύχη, καθώς πέταγε χωρίς συγκεκριμένο προορισμό, έσμιξε με ένα σμήνος από χελιδόνια. Ήταν η εποχή που μετανάστευαν και τραβούσαν για πιο ζεστούς αιθέρες. Μικρό κι ανήμπορο      το  δέχτηκαν στην παρέα τους. Ταξίδεψαν μέρες πολλές κι    έφτασαν κάποτε στη μακρινή Κίνα. Το καναρίνι, κατακίτρινο όσο ποτέ άλλοτε από την εξάντληση, αποφάσισε να μείνει στο Πεκίνο. Οι φίλοι του, τα χελιδόνια, το αποχαιρέτισαν και συνέχισαν το   ταξίδι.
Με τις λιγοστές δυνάμεις που του είχαν απομείνει, προσπάθησε να βρει λίγη τροφή. Ξαφνικά μια ευχάριστη μυρωδιά του τράβηξε την προσοχή κι έκανε να γουργουρίσει πιο δυνατά η άδεια καναρινί κοιλίτσα του. Πάνω σε ένα μπαλκόνι, κάποιος είχε αφήσει ένα μπολάκι     λαχταριστό ρύζι. Πέταξε ως εκεί κι όταν  το δοκίμασε,       του άρεσε τόσο πολύ που κελάηδησε δυνατά και είπε:   ''Ανακάλυψα   μια νέα μοναδική γεύση! Πρέπει όλοι να τη γνωρίσουν ''. Έτσι, από ράμφος σε ράμφος, όλα τα καναρίνια, κι όχι μόνο, έμαθαν για το υπέροχο ρύζι. Το μικρό καναρίνι ήταν πολύ χαρούμενο που μοιράστηκε την ανακάλυψή του.
Από τότε, δεν υπάρχει καναρίνι που να μη τρώει κόκκους από ρύζι!

Πέννυ Καρσάκου
Φλώρα Μαλατάνου

Γιατί οι ελέφαντες οι Ασιατικοί είναι πιο μικροί;
Κάποτε  ζούσε στην Ασία ένας μεγάλος ελέφαντας   με τεράστια αυτιά και μακριά προβοσκίδα. Όλα τα ζώα τον ζήλευαν για το ύψος του και για τη δύναμή του.
Μια μέρα είχε ένα φοβερό  καύσωνα. Τα φυτά άρχισαν να μαραζώνουν, τα ποτάμια να στερεύουν. Όλα τα ζώα ζεσταίνονταν και διψούσαν. Πιο πολύ απ' όλα τα ζώα όμως υπέφερε ο ελέφαντας. Χρειαζόταν περισσότερο νερό και τροφή. Τίποτα από τα δύο δεν υπήρχε. Το μεγάλο του ύψος  από την άλλη δεν του επέτρεπε  να ξαπλώνει κάτω από τα δέντρα και να δροσίζεται. Ήταν απελπισμένος και πίστευε πως δε θα ζούσε για πολύ ακόμα.
Το βράδυ πριν κοιμηθεί, κοίταξε στον ουρανό και διέκρινε ένα αστέρι να πέφτει. Είχε ακούσει πως αν συνέβαινε αυτό, έπρεπε να κάνεις μια ευχή. Έτσι, έκλεισε τα μάτια του και ευχήθηκε να ήταν μικρότερος. Με αυτή την ευχή  αποκοιμήθηκε. Την επόμενη μέρα, όταν ξύπνησε, ένιωθε λίγο περίεργα: όλα του φαίνονταν πιο μεγάλα απ' ότι άλλες φορές. Ενθουσιασμένος με τη σκέψη ότι η ευχή του είχε πραγματοποιηθεί, πήγε να βρει τα άλλα ζώα. Εκείνα απορούσαν που τον έβλεπαν και τον ρωτούσαν πως έγινε τόσο μικρός.   Η μέρα πέρασε γρήγορα. Έπιασε να σουρουπώνει. Σύννεφα πυκνά φάνηκαν στον ουρανό και μια δυνατή βροχή ξέσπασε. Ήταν η δεύτερη ευχή που είχε κάνει  ο   μεγαλόσωμος ελέφαντας στον ύπνο του αυτή τη φορά.  Όλα τα ζώα χάρηκαν και γλέντησαν μέχρι το πρωί.
Από τότε όλοι οι ελέφαντες οι Ασιατικοί γεννιούνται πιο μικροί.
Μαργαρίτα Μαρούτσου



 Το ξωτικό και η πριγκίπισσα
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα τόπο μακρινό ζούσε μια όμορφη πριγκίπισσα.
 Μια μέρα, ένα ξωτικό πέρασε  μπροστά από το παλάτι κι αντίκρισε την όμορφη πριγκίπισσα. Την   ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και θέλησε να την παντρευτεί. Ο βασιλιάς, όταν έμαθε πως ένα ξωτικό αγάπησε την κόρη του  και θέλει να την πάρει  για γυναίκα του, έβαλε δυο φρουρούς να την οδηγήσουν κρυφά, μακριά από το παλάτι, σε ένα απόμερο ατελιέ στη μέση του δάσους. Το μικρό εργαστήρι φύλαγαν δυο τεράστιοι δράκοι. Ολομόναχη η πριγκίπισσα όλη μέρα  ύφαινε κι έκλαιγε.  Και τα δάκρυά της έπεφταν στο χώμα και γίνονταν λουλούδια.
Το ξωτικό κόντεψε  να πεθάνει από τη θλίψη του.   Έβαλε όλα τα ξωτικά να ψάχνουν την αγαπημένη του. Πέρασε καιρός και μια μέρα, του μήνυσε ένα ξωτικό πως άκουσε τα κλάματά της στο βάθος του δάσους.  Μα όταν έφτασε εκεί κι είδε τους δράκους να φράζουν την είσοδο του ατελιέ,  η θλίψη του έγινε ακόμα μεγαλύτερη.
Τον λυπήθηκε τότε η    νεράιδα του δάσους  και έτρεξε να τον βοηθήσει. Έριξε στο πηγάδι δυο μαγικές σταγόνες κι όταν οι δράκοι δίψασαν κι ήπιαν από αυτό νερό, αποκοιμήθηκαν αμέσως.    Τότε η νεράιδα με το μαγικό ραβδί της άγγιξε το  ξωτικό και το μετέτρεψε σε ένα νεαρό πρίγκηπα.  Ο ωραίος νέος μπήκε στο εργαστήρι, πήρε την αγαπημένη του πριγκίπισσα και έφυγαν γρήγορα πάνω σε μία άμαξα που την οδηγούσαν επτά ξωτικά.
 Ο βασιλιάς έμαθε το νέο, κατάλαβε το λάθος του και δέχτηκε  το ζευγάρι στο παλάτι. Κι από τότε  ζουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.  
         

Έλενα Μανώλη


  Ο  Ευρώταυρος
Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε μια χώρα μακρινή και πλούσια. Όλοι τη ζήλευαν για τις ομορφιές της. Επισκέπτες από όλο τον κόσμο ερχόταν να θαυμάσουν τους ανεκτίμητους θησαυρούς  της: Δημοκρατία, Φιλοσοφία, Τέχνη, Ρητορική, Ποίηση, Θέατρο, Επιστήμες, Γλώσσα....     Κανένας επισκέπτης δεν έμενε παραπονεμένος. Ο καθένας έφευγε φορτωμένος με δώρα. Μερικοί έφταναν στο σημείο να  κουβαλούν στην πατρίδα τους ολόκληρα φορτία από ''αναμνηστικά'' .  Όχι, δεν ήταν κλέφτες(!), ισχυρίζονταν, όταν  τύχαινε να τους κατηγορήσει κανείς . Ήταν απλώς λάτρεις και προστάτες της τέχνης και του πολιτισμού!
Παρά τα δώρα και τα ανυπολόγιστης αξίας ''αναμνηστικά'', τα πλούτη συνέχιζαν να περισσεύουν σε αυτή τη χώρα και οι κάτοικοί της ζούσαν για χρόνια ευτυχισμένοι.
Όμως μια εποχή που ο χειμώνας ήταν βαρύς, έπεσε μια επιδημία. Πολλοί αρρώστησαν κι άλλοι αναγκάστηκαν να φύγουν από τη χώρα για να μην μολυνθούν.
Η κατάσταση χειροτέρευε. Έτσι ο βασιλιάς έφερε ειδικούς από το εξωτερικό για βοήθεια. Ήρθαν οι καλύτεροι μάγοι, επιστήμονες στο είδος τους για να βρουν το αντίδοτο. Μελέτησαν,  πειραματίστηκαν και τελικά το βρήκαν. Όμως, το αντίδοτο    δεν θα δίνονταν στους ασθενείς χωρίς τίμημα. Η χώρα έπρεπε να στέλνει κάθε χρόνο τους εφτά καλύτερους νέους και τις εφτά καλύτερες νέες για να ταΐσουν τον Ευρώταυρο, το τέρας που κατοικούσε σε ένα λαβύρινθο. Το τέρας γεννούσε χρυσά αυγά και μέσα σ' αυτά υπήρχε το αντίδοτο. Παρά τη συμφωνία όμως, οι μάγοι έδωσαν αυτό το αντίδοτο λίγο λίγο και δεν έφτασε για να σταματήσει το κακό. Κι έτσι την επόμενη χρονιά ζήτησαν άλλα εφτά παιδιά, τα καλύτερα και τα ωραιότερα. Και πάλι το αντίδοτο δεν έφτασε για όλους και η επιδημία έγινε πανδημία.
Την τρίτη χρονιά, ένας νέος όμορφος και γενναίος που δεν άντεχε να βλέπει το τέρας να κατασπαράζει τους συντρόφους του, αποφάσισε και με τη θέλησή του μπήκε στην ομάδα των εφτά για να αντιμετωπίσει τον Ευρώταυρο.
Όταν έφτασε στο λαβύρινθο, συνάντησε την κόρη του φρουρού που φύλαγε το τέρας. Ο έρωτάς τους ήταν κεραυνοβόλος. Η κοπέλα για να βοηθήσει τον αγαπημένο της να βγει από τον λαβύρινθο, του έδωσε ένα κουβάρι κλωστή και του είπε: ''Για να νικήσεις το τέρας, πρέπει να σηκώσεις το βράχο που κρύβει το σπαθί των προγόνων σου και με αυτό να πολεμήσεις. Μέχρι τώρα κανείς δεν κατάφερε να το σηκώσει. Κουβαλάει όλες τις προγονικές αξίες και γι αυτό είναι πολύ βαρύ.''
Αλλά ο νέος άντρας είχε πείσμα και περισσή θέληση και κατάφερε να το βγάλει από το βράχο. Με αυτό μπήκε στο  λαβύρινθο, αγωνίστηκε και νίκησε τον Ευρώταυρο. Πήρε τα αυγά με το αντίδοτο, το μοίρασε δίκαια στους κατοίκους που υπέφεραν. Οι άρρωστοι γιατρεύτηκαν και η χώρα απέκτησε ξανά τη λάμψη της.
Από τότε έζησαν αυτοί καλά κι εμείς, ελπίζουμε, ακόμα καλύτερα.

Μαργαρίτα Μαρούτσου



 Ο γιος του γεωργού, το σάλι, η πούδρα και το μαγικό καθρεφτάκι
Μια φορά κι έναν καιρό, σε έναν τόπο   πέρα από τη θάλασσα  κι ακόμη πιο μακριά,  ζούσε ένας γεωργός με το γιο του, το μονάκριβο. Ο γεωργός δούλευε μέρα νύχτα στα χωράφια και τον βοηθούσε ο γιος του που ονειρευόταν να γίνει φαρμακοποιός.  Αλλά εκείνη την εποχή, δεν υπήρχε πουθενά κανένα φαρμακείο για να δουλέψει ούτε περίσσευαν τα χρήματα για ένα δικό του εργαστήρι. Έτσι πατέρας και γιος ήταν στεναχωρημένοι. 
Ο καιρός περνούσε. Κάποτε έπεσε στη χώρα μεγάλη αρρώστια. Μολύνθηκαν τα τρόφιμα, οι θάλασσες, το νερό της λίμνης.     Ο κόσμος πεινούσε, διψούσε, υπέφερε. Μόνο ένα θαύμα μπορούσε να σώσει τους ανθρώπους.
Ο βασιλιάς  κάλεσε τους υπηκόους του και τους είπε: '' Όποιος από σας καταφέρει να μάθει τι προκαλεί αυτή την αρρώστια και να μας γιατρέψει, θα παντρευτεί την κόρη μου.''
Τ' άκουσε κι ο γιος του γεωργού, εμφανίστηκε μπροστά στο βασιλιά και του είπε με αυτοπεποίθηση:''Ονειρεύομαι να γίνω φαρμακοποιός. Θα ψάξω την αλήθεια και θα τα καταφέρω.'' 
Φεύγοντας από το παλάτι συνάντησε την κόρη του βασιλιά και τον χτύπησε κεραυνοβόλος έρωτας. Εκείνη θέλησε να τον ακολουθήσει. Ο νέος δεν την άφησε, έσκυψε, έκοψε   λουλούδια, έφτιαξε ένα μπουκέτο και της το έδωσε: ''Να με θυμάσαι, της είπε, θα ξαναγυρίσω''. Κι η όμορφη πριγκίπισσα του χάρισε το σάλι της, ένα κουτάκι με την πούδρα της και ένα μαγικό καθρεφράκι.
 Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι του. Περπατούσε για μέρες κι έφτασε τελικά σε ένα άλλο βασίλειο. Εκεί υπήρχαν χωράφια καλλιεργημένα, άφθονο φαγητό και αμέτρητες πηγές με καθαρό νερό. Οι άνθρωποι όμως είχαν όλοι τους παράξενη συμπεριφορά.  Δεν ήξεραν να μιλούν, μόνο να θυμώνουν και να μαλώνουν μεταξύ τους.  Κανένας δεν του έδωσε σημασία. Μονάχα ένας  γέροντας κοντοστάθηκε και του είπε :  ''Αν θέλεις να γίνει η χώρα σου όπως πριν,  πρέπει να περάσεις από τρεις δοκιμασίες: Να διασχίσεις τη γέφυρα του ξωτικού, να νικήσεις τους πολεμιστές με τις μαγικές δυνάμεις και να σκοτώσεις το δράκο.''
 Ο νέος δέχτηκε. Τότε ο γέροντας του έδειξε τη γέφυρα του ξωτικού. Ο γιος του γεωργού προσπάθησε να χτυπήσει το ξωτικό, αλλά   αυτό πετώντας μια από δω και μια από εκεί, απέφευγε τα χτυπήματα και του έκοβε το δρόμο. Χωρίς να χάσει χρόνο έβγαλε το σάλι της αγαπημένης του και σκέπασε  το ξωτικό. Αυτό παραπάτησε, έπεσε πάνω σε ένα δέντρο κι έμεινε αναίσθητο.
Μόλις πέρασε τη γέφυρα εμφανίστηκαν μπροστά του οι   πολεμιστές με τις μαγικές δυνάμεις.   Βγάζει τότε το κουτάκι   της αγαπημένης του με την αρωματισμένη πούδρα και το αδειάζει. Η σκόνη απλώνεται παντού και τυφλώνει τους  ανίκητους πολεμιστές. Μέχρι να ξαναβρούν την όρασή τους οι πολεμιστές  ο γενναίος νέος είχε εξαφανιστεί. 
Στο τέλος, έφτασε μπροστά στο κάστρο όπου έμενε ο δράκος. Κρύφτηκε και φώναξε δυνατά για να τον αναγκάσει να βγει από το άντρο του. Το τέρας σύρθηκε μέχρι την πόρτα. Ακριβώς απέναντι, πάνω σε ένα βράχο, είχε βάλει το μαγικό καθρεφτάκι της πριγκίπισσας. Οι ακτίνες του ήλιου του έπεσαν πάνω του και από την αντανάκλαση     τύφλωσαν τον δράκο.  Καθώς δεν έβλεπε, ο γιος του γεωργού τον χτύπησε δυνατά με το σπαθί του μέχρι που τον αποτέλειωσε. Έβγαλε και μία βλεφαρίδα από τα μάτια του  για να έχει αποδείξεις ότι   νίκησε τον δράκο.
Στη συνέχεια   βρήκε το γέροντα κι εκείνος του έδωσε μια  μαγική συνταγή. Γύρισε στη χώρα του, άνοιξε ένα μεγάλο  εργαστήρι- το φαρμακείο που πάντα ονειρευόταν, κι έφτιαξε τόσα μπουκαλάκια με φάρμακο όσοι και οι ασθενείς της χώρας του. Έριξε  στα χωράφια.   Φύτρωσαν. Έριξε στις λίμνες. Γέμισαν  γάργαρο νερό. Έτσι γιατρεύτηκαν ολονών οι πληγές τους, χόρτασαν φαγητό, ξεδίψασαν.
Τα νέα έφτασαν και στο βασιλιά. Κάλεσε λοιπόν τον άξιο γιο του γεωργού στο παλάτι και του πρόσφερε την κόρη του για γυναίκα όπως του είχε υποσχεθεί. Από τότε  έζησαν αυτοί καλά κι εμείς, ελπίζουμε, ακόμα καλύτερα.

Πέννυ Καρσάκου

Ζαφειρία Πλαταρά,
καθηγήτρια Γαλλικής Γλώσσας
στο 1ο Γυμνάσιο Μαρκοπούλου